Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010

ΟΙ ΡΟΜ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ

Η καταγραφή της ιστορίας των Ρομ αποτελεί για τους ιστοριογράφους και τους ασχολούμενους με το θέμα ακόμη και σήμερα -και παρά τις τεράστιες προόδους που έχουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή τον τελευταίο αιώνα- ένα ζητούμενο. Και ο λόγος είναι απλούστατος: οι Ρομ αποτελούν ένα σύνολο πληθυσμών που ζούσε και ζει σε κατάσταση πλήρους προφορικής παράδοσης.
Ό,τι γνωρίζουμε για το παρελθόν των Ρομ προέρχεται από κάποια γραπτά που αναφέρονται έμμεσα ή και ευκαιριακά σ’ αυτούς αλλά και από τις έρευνες που έχουν γίνει πάνω στη γλώσσα τους. Η μέχρι στιγμής λοιπόν γλωσσολογική καταρχήν και δευτερευόντως ιστορική έρευνα έχει φτάσει να ξεκαθαρίσει κάποιους μύθους και κάποιες ιστορικές παραδόσεις που αναφέρονται στους τόπους καταγωγής τους και στην πορεία που ακολούθησαν μέσα στο χρόνο. Υφίστανται όμως ακόμη πολλά θέματα που αφορούν την καταγωγή τους και την ιστορία τους που παραμένουν αδιευκρίνιστα. Ορισμένοι από τους μύθους και τις παραδόσεις αυτές τους θεωρούσαν απόγονους του Κάιν, άλλοι τοποθετούσαν ένα μέρος τουλάχιστον από αυτούς, τους Γύφτους, ως τόπο  καταγωγή τους την Αίγυπτο, άλλοι τη Ρουμανία κ.ά.
Μόλις στα τέλη του 18ου αι οι γλωσσολόγοι ανακάλυψαν την ινδική καταγωγή της  γλώσσας των Ρομ, της ρομανί ή ρομανές, και υπέθεσαν με γλωσσολογικά κριτήρια την έναρξη της μεταναστευτικής τους πορείας. Η ρομανί βρέθηκε ότι μοιάζει στο λεξιλόγιο και τη μορφολογία με τη σανσκριτική και με γλωσσικές μορφές που χρησιμοποιούνται στη βόρεια Ινδία, όπως τα χίντι, τα νεπάλι, την παντζάμπι κ.ά. Σήμερα λοιπόν θεωρείται βέβαιο ότι οι Ρομ με τις διάφορες ονομασίες που τους δόθηκαν και τους δίνονται κατά περιοχή (Τσιγγάνοι, Γύφτοι, Σίντι, Καλό, Μανούς κ.ά.) προέρχονται από την περιοχή της δυτικής Ινδίας και πιο συγκεκριμένα από την πεδιάδα του Σιντ, στα βορειοδυτικά της Ινδίας και ότι άρχισαν να εγκαταλείπουν  αυτήν την περιοχή γύρω στα 1000 μ.Χ. Σύμφωνα με τις απόψεις ορισμένων ιστορικών υπάρχει και ένα διάστημα προϊστορίας, θα μπορούσε να πει κανείς, που αφορά τις μετακινήσεις των ομάδων των Ρομ. Αυτή η προϊστορία τοποθετείται μεταξύ 3ου και 10ου μ.Χ. αι., περίοδος κατά την οποία ορισμένοι πληθυσμοί από τα βόρεια της Ινδίας μετακινήθηκαν και εγκαταστάθηκαν, αρχικά για οικονομικούς αλλά αργότερα και για πολιτικούς λόγους,  στην Περσία και έζησαν εκεί αρχικά υπό περσική και αργότερα υπό αραβική εξουσία και διαμόρφωσαν με την πάροδο του χρόνου μια πληθυσμιακή ομάδα με διαφορετικά από τον υπόλοιπο πληθυσμό πολιτιστικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Πολλά μέλη αυτής της πληθυσμιακής ομάδας, καθώς και άτομα από τη βόρεια  Ινδία, άρχισαν να μεταναστεύουν  γύρω στο 1000 μ.Χ. προς τα βορειοδυτικά. Υπάρχουν και απόψεις που υποστηρίζουν πως κάποια ομάδα κινήθηκε προς τα νοτιοανατολικά. Ως πρώτος σταθμός της μετανάστευσης   των Ρομ προς τα βορειοδυτικά αναφέρεται η Αρμενία, όπου φαίνεται ότι η διαμονή τους υπήρξε μακρόχρονη. Σύμφωνα με πληροφορίες Ρομ εμφανίζονται στην Κωνσταντινούπολη γύρω στα μέσα του 11ου αι. μ.Χ. και τους αποδίδεται η ονομασία «Αθίγγανοι», γιατί ταυτίστηκαν από τη χριστιανική Εκκλησία  με μια γνωστή στο Βυζάντιο αίρεση, τους Αθίγγανους.
Το Βυζάντιο αλλά και αργότερα η Οθωμανική Αυτοκρατορία γίνεται ο χώρος όπου μεταναστεύουν μετακινούμενοι μεγάλοι πληθυσμοί Ρομ. Εγκαθίστανται επίσης για μεγάλα ή και μικρά διαστήματα σε πολλές περιοχές της βυζαντινής αυτοκρατορίας που σήμερα είναι ελληνικές. Αφού έμειναν αρκετά χρόνια στα Βαλκάνια, κάποιες ομάδες άρχισαν να μετακινούνται προς τη δυτική και τη βόρεια Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια του 15ου αι. μ.Χ. εμφανίζονται αρχικά στη Γερμανία και την Ουγγαρία, όπου ο αυτοκράτορας Σιγισμούνδος τους έδωσε επιστολές προστασίας για να μπορούν να μετακινούνται ελεύθερα σε διάφορες περιοχές της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας χωρίς προβλήματα από τους μηχανισμούς ασφαλείας των χωρών που επισκέπτονταν.
Χρησιμοποιώντας αυτές τις επιστολές είτε άλλες που κατάφεραν να αποκομίσουν από άλλους βασιλιάδες, ακόμη και από τον ίδιο τον Πάπα, και προφασιζόμενοι πολλές φορές τους προσκυνητές κατάφεραν να περάσουν σε περιοχές της σημερινής Γαλλίας (1419), στην Ολλανδία (1420), στις Βρυξέλλες (1420)  και στο Παρίσι (1427). Διασχίζοντας από βορρά προς νότο τις γαλλικές περιοχές έφτασαν σε περιοχές της Ισπανίας γύρω στα μέσα του 15ου αι., ενώ στις αρχές του 16ου αι. εμφανίστηκαν και σε περιοχές της Πορτογαλίας. Κατά τη διάρκεια του 16ου αι., αφού όλα τα κράτη της νότιας και κεντρικής Ευρώπης είχαν δεχτεί πληθυσμούς των Ρομ, οι μετακινήσεις τους άρχισαν να κατευθύνονται προς τη βόρεια Ευρώπη. Στις αρχές λοιπόν του 16ου αι. εμφανίστηκαν στη Σκωτία (1505) και στην Αγγλία (1514) και προς το τέλος του ίδιου αιώνα στην Ουαλία (1579). Τον ίδιο αιώνα εμφανίστηκαν και σε άλλες χώρες της βόρεια Ευρώπης, όπως στη Ρωσία, στη Δανία (1505), στη Σουηδία (1512), στη Νορβηγία (1544), στη Φιλανδία (1584), στην Εσθονία και την  Πολωνία. Η διασπορά των Ρομ σε όλη την Ευρώπη φαίνεται  να ολοκληρώνεται στα τέλη του 16ου αι., ενώ στις αρχές του 18ου αι. Ρομ εμφανίστηκαν και στις ασιατικές περιοχές της Ρωσίας επιχειρώντας μάλιστα να περάσουν και στην Κίνα.
Η διασπορά των Ρομ στην Ευρώπη μπορεί να ολοκληρώθηκε  στα τέλη του 16ου αι., αλλά οι μεγάλες μετακινήσεις τους συνεχίστηκαν και συνεχίζονται μέχρι τις μέρες μας και οφείλονται σε διάφορους λόγους που έχουν να κάνουν κατά κύριο λόγο με ρατσιστικές συμπεριφορές που επιδεικνύονται είτε από τα επίσημα όργανα του κράτους μέσα στα όρια του  οποίου ζουν είτε από τους πολίτες με τους οποίους συμβιώνουν αλλά δευτερευόντως οφείλονται και στη θέλησή τους για καλύτερες συνθήκες ζωής. Λόγοι λοιπόν ρατσιστικής συμπεριφοράς εκ μέρους του επίσημου κράτους οδήγησαν ορισμένες ομάδες Ρομ της Ισπανίας και της Γαλλίας να καταφύγουν το 17ο αι. στη Βόρεια Αμερική, ορισμένες ομάδες Ρομ της Πορτογαλίας την ίδια εποχή να καταφύγουν στην Αγκόλα, στο Πράσινο Ακρωτήριο και στη Βραζιλία. Την ίδια εποχή ορισμένες ομάδες Ρομ από τη Σκωτία αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην  Τζαμάικα για να εργαστούν στις φυτείες. Αργότερα, τον 20ο αι. πολλές οικογένειες Ρομ της Ευρώπης μετανάστευσαν με τη θέλησή τους στις Η.Π.Α., στον Καναδά, στην Αργεντινή και τη Χιλή, όπου έζησαν και ζουν οι απόγονοί τους με παρόμοιο τρόπο που ζουν και οι Ρομ της Ευρώπης, εξασκούν περίπου τα ίδια επαγγέλματα και παρουσιάζουν παρόμοιες κοινωνικές συμπεριφορές.
Στο εσωτερικό της Ευρώπης παρουσιάστηκαν τους τελευταίους αιώνες μεγάλες μεταναστεύσεις Ρομ. Οι πιο πολλές όμως μεταναστεύσεις παρουσιάστηκαν τον 20ο αι. και κυρίως πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους αλλά και μετά την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Οι μεγαλύτερες μεταναστεύσεις την εποχή αυτή παρουσιάστηκαν από την πρώην Γιουγκοσλαβία προς  περιοχές της Ιταλίας, της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Αυστρίας, ενώ μικρότερες  μεταναστεύσεις είχαμε από την Ουγγαρία και τη Ρουμανία προς τη Γαλλία και από την  Πορτογαλία στην Ισπανία.
Όλες αυτές οι μεταναστεύσεις και οι μετακινήσεις στις οποίες αναφερθήκαμε στο κεφάλαιο αυτό –μικρές ή μεγάλες, ακούσιες ή εκούσιες- δημιούργησαν στους Ρομ και ένα εκ των ων ουκ άνευ στοιχείο που αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό της ταυτότητάς τους: το ταξίδι. Είναι το σημαντικό στοιχείο γύρω από το οποίο και με βάση το οποίο οργανώνεται η κοινωνική και οικονομική ζωή τους.

Ανάμεσα στους άλλους

Οι Ρομ σήμερα, εγκαταστημένοι ή μετακινούμενοι, είναι διασκορπισμένοι συνήθως σε συμπαγείς ομάδες σε όλον τον κόσμο. Παρά τις κάποιες επιδράσεις που δέχτηκαν από τους διάφορους λαούς που ήρθαν ή/και έρχονται σε επαφή, κρατούν πολλά από τα ιδιαίτερα πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποτελούν μια ομάδα αναφοράς για τους μη Ρομ και να αντιμετωπίζονται με διάφορους τρόπους τόσο από τους απλούς πολίτες όσο και από τους επίσημους τοπικούς ή κρατικούς φορείς της χώρας που ζουν.
Η αντιμετώπισή των Ρομ στις διάφορες χώρες, από τον 11ο αι. που άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους αρχικά στην ανατολική Ευρώπη και αργότερα στην κεντρική και δυτική Ευρώπη και πολύ αργότερα στην Αμερική, δεν ήταν καλή, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων. Κατά τη βυζαντινή περίοδο, από τις λίγες πληροφορίες που έχουμε από αγιολογικά κείμενα, δε φαίνεται να υπήρξε ιδιαίτερα κακή αντιμετώπιση ούτε από το λαό ούτε από τους κρατικούς φορείς, αν και στιγματίστηκαν από την Εκκλησία λόγω των μαγικών ικανοτήτων που διατείνονταν πως έχουν  και λόγω της ένταξής τους από την Εκκλησία στην αίρεση των Αθιγγάνων. Ο νομαδικός τρόπος ζωής τους  και οι πολιτισμικές τους διαφορές από την υπόλοιπη βυζαντινή κοινωνία δεν αποτέλεσαν ικανά στοιχεία για να τους διακρίνουν προφανώς λόγω του χαρακτήρα της κοινωνίας της εποχής και λόγω της δομής του βυζαντινού κράτους. Αυτήν την ουδέτερη που θα μπορούσε να πει κανείς αντιμετώπιση είχαν οι Ρομ και από τους κατοίκους της περιοχής που σήμερα βρίσκεται η Ελλάδa
http://6dim-diap-elefth.thess.sch.gr/Greek/Ekpaidefsi_Tsigganopaidon/GenikesPlhrofories.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου